Μια επίκαιρη απόφαση, η οποία αναγνωρίζει ευθύνη αποζημίωσης του ελληνικού Δημοσίου σε ενδεχόμενες παρενέργειες από εμβολιασμό στους παθόντες ή σε περίπτωση θανάτου στους συγγενείς τους, εξέδωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Η απόφαση ανοίγει τον δρόμο των Διοικητικών Δικαστηρίων για την αξίωση αποζημιώσεων από το Δημόσιο στους ίδιους τους παθόντες αλλά και τους συγγενείς σε περίπτωση που έχουν υποστεί βλάβες της υγείας τους ή ακόμη και θάνατο μετά από κάθε εμβολιασμό συμπεριλαμβανομένων και των εμβολίων κατά της ασθένειας Covid-19.
Η απόφαση υπ’ αριθμ. 622/2021 του ΣτΕ αναφέρει:
«Σε περίπτωση, που επέλθει ευθέως βλάβη της υγείας προσώπου συνεπεία της συνταγματικώς θεμιτής και νομίμου πραγματοποιήσεως εμβολιασμού (δηλαδή εμβολιασμού διενεργούμενου με σκοπό την προστασία της δημόσιας υγείας συλλογικώς και ατομικώς και προβλεπόμενου από ειδική νομοθεσία, υιοθετούσα έγκυρα και τεκμηριωμένα επιστημονικά, ιατρικά και επιδημιολογικά πορίσματα στον αντίστοιχο τομέα, με δυνατότητα εξαιρέσεως από αυτόν σε ειδικές ατομικές περιπτώσεις, για τις οποίες αυτός αντενδείκνυται), ήτοι βλάβη, μη οφειλομένη σε παρεμβαλλομένη παράνομη πράξη ή παράλειψη (όπως πχ χορήγηση ελαττωματικού ή ακαταλλήλου σκευάσματος ή πλημμέλειες κατά την διενέργεια του εμβολιασμού), ανακύπτει ευθέως εκ του άρθρου 4 παρ. 5 σε συνδυασμό και με το άρθρο 25 παρ 4 του Συντάγματος ευθύνη του κράτους προς εύλογη αποκατάσταση της ζημίας του παθόντος, υπό την έννοια της αποκαταστάσεως τόσο της τυχόν υλικής όσον και, κατ΄ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 932 ΑΚ, της ηθικής βλάβης του».
Το ΣτΕ υπογραμμίζει, ότι η «εκ του Συντάγματος και των άρθρων 19, 23, 24, 26 και 39 της κυρωθείσης με τον ν. 2101/1992 Διεθνούς Συμβάσεως για τα Δικαιώματα του Παιδιού δεν επιτάσσεται η πρόβλεψη ειδικού αποζημιωτικού καθεστώτος για τις περιπτώσεις βλάβης συνεπεία εμβολιασμού» και πως «η μη πρόβλεψη δε τέτοιου ειδικού καθεστώτος δεν συνιστά παράλειψη νομοθετήσεως, δυναμένη να στοιχειοθετήσει αξίωση αποζημιώσεως κατά το άρθρο 105 ΕισΝΑΚ».
Η απόφαση εκδόθηκε έπειτα από προσφυγή μητέρας που έχασε την κόρη της μετά τον εμβολιασμό της με το τριδύναμο εμβόλιο MMR ΙΙ (ιλαρά, παρωτίτιδα, ερυθρά). Το κορίτσι εμβολιάστηκε σε ηλικία 7 ετών και έμεινε φυτό επί 9 χρόνια. Τελικά έχασε τη ζωή του από πανεγκεφαλίτιδα.
Το κορίτσι μετά τον εμβολιασμό εμφάνισε «διαρκώς επιδεινούμενα νευρολογικά συμπτώματα, συνιστάμενα σε αιφνίδιες πτώσεις στο έδαφος, αστάθεια στη βάδιση, κολλώδη ομιλία, σύγχυση, αδυναμία συγκέντρωσης και δυσκολία αντίληψης του περιβάλλοντος». Εισήχθη στο Γενικό Νοσοκομείο Παίδων «Π. & A. Κυριακού» και υποβλήθηκε σε σωρεία εργαστηριακών και κλινικών εξετάσεων, από τις οποίες διαπιστώθηκε ότι έπασχε «από υποξεία σκληρυντική πανεγκεφαλίτιδα μετά από ιλαρά (van Bogaert)» και στις 25-5-2006 τέθηκε υπό θεραπευτική αγωγή.
Στη συνέχεια, της «έγινε τοποθέτηση «reservoir» κοιλιοστομίας, προκειμένου να εγχυθεί η φαρμακευτική ουσία «ιντερφερόνη», διά της ανοίξεως οπής στο κρανίο, κατ’ ευθείαν στο πάσχον όργανο του εγκεφάλου, με σκοπό την επιβράδυνση της πορείας της νόσου», όπως αναφέρεται στο από 11-9-2006 ενημερωτικό σημείωμα της ειδικευόμενης ιατρού της Β΄ Πανεπιστημιακής Παιδιατρικής Κλινικής του Γ.Ν. Παίδων «Παναγιώτη και Αγλαΐας Κυριακού».
Σύμφωνα με τη βεβαίωση αυτή του κρατικού νοσοκομείου: «Η νόσος αυτή προκαλεί εκφύλιση της λευκής φαιάς εγκεφαλικής ουσίας, σπασμούς, επιληψία, νοητική καθυστέρηση. Παρά την χορηγηθείσα αντιϊκή θεραπεία, η κατάστασή της είναι προοδευτικά επιδεινούμενη. Δεν δύναται να ορθοστατήσει, ούτε να περπατήσει. Δεν έχει ομιλία, ούτε χρήση χειρός και κάνει συνεχείς επιληπτικές κρίσεις. Ελάχιστη επικοινωνία με το περιβάλλον, μόνον βλεμματική».
Το κορίτσι απεβίωσε στις 23-9-2010 και στη ληξιαρχική πράξη θανάτου ως αιτία θανάτου αναγράφεται η «σκληρυντική παρεγκεφαλίτιδα, τετραπληγία, ανακοπή».
Η μητέρα της διεκδίκησε δικαστικά από το Δημόσιο και τον επίμαχο Δήμο ποσό 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο, ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη η κόρη της εξ αιτίας της βλάβης της υγείας της, που προκλήθηκε ως παρενέργεια του εμβολιασμού της, ο οποίος διενεργήθηκε στα Δημοτικά Ιατρεία του επίμαχου Δήμου.
Όπως υποστήριξε στην αγωγή της, ο υποχρεωτικός εμβολιασμός όχι μόνον δεν την προστάτευσε, αλλά, αντίθετα, μία παρενέργεια αυτού της προκάλεσε αρχικώς ιλαρά, η οποία ραγδαία και ταχύτατα επεπλάκη με την ανίατη πάθηση της σκληρυντικής πανεγκεφαλίτιδας, η οποία την οδήγησε στο θάνατο.
Επίσης υποστήριξε ότι συνέτρεχε ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου και του επίμαχου Δήμου, στα ιατρεία του οποίου έγινε ο εμβολιασμός, κατά τα άρθρα 105, 106 ΕισΝΑΚ, λόγω παρανόμων πράξεων των οργάνων τους και, ειδικότερα:
α) λόγω αντιθέσεως προς το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ και προς τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας του επιβαλλομένου για την φοίτηση των μαθητών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση εμβολιασμού και
β) λόγω της κατά παράβαση του Συντάγματος και της Διεθνούς Συμβάσεως για τα Δικαιώματα του Παιδιού παραλείψεως να θεσπισθεί νομοθετικά σύστημα αποζημιώσεως για βλάβη ή θάνατο από εμβολιασμό.
Η μητέρα υποστήριξε ότι η αξίωση προς χρηματική ικανοποίηση στηρίζεται στην ευθύνη του Δημοσίου προς αποκατάσταση ζημίας προελθούσης από νόμιμη πράξη, λόγω της επελεύσεως, εξ αιτίας του εμβολιασμού, ζημίας της κόρης της εναγούσης, «η οποία υπερέβαινε τα όρια της θυσίας, στην οποία είναι ανεκτό από την έννομη τάξη να υποβάλλονται οι πολίτες χάριν του δημοσίου συμφέροντος».
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο επιδίκασε στη μητέρα του κοριτσιού αποζημίωση 200.000 ευρώ, όμως ασκήθηκε αναίρεση κατά της πρωτόδικής απόφαση η οποία απορρίφθηκε από το Διοικητικό Εφετείο.
Κατόπιν έφεσης, το Α΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας με την υπ΄ αριθμ. 622/2021 απόφασή του έδωσε μια άλλη ερμηνεία της Διοικητικής νομοθεσίας και ειδικά του άρθρου 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (ΕισΝΑΚ) και της συνταγματικής ευθύνης του κράτους, η οποία δικαίωσε τη μητέρα της θανούσας.